Ένας από τους κορυφαίους αξιωματούχους του Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, προειδοποίησε τους Ευρωπαίους συμμάχους που εμφανίζονται διστακτικοί ως προς τη συνεργασία με την εταιρεία δορυφορικού διαδικτύου του Έλον Μασκ, ότι θα πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στην αμερικανική και την κινεζική τεχνολογία.
Ο Μπρένταν Καρ, πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Επικοινωνιών (FCC), δήλωσε στους Financial Times ότι οι «δημοκρατίες της Δύσης που είναι σύμμαχοι» πρέπει να «επικεντρωθούν στον πραγματικό μακροπρόθεσμο κίνδυνο: την άνοδο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας». Οι δηλώσεις του γίνονται σε μια περίοδο που ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και ορισμένες ευρωπαϊκές εταιρείες εξετάζουν κατά πόσο η Starlink — η οποία ανήκει στη SpaceX του Μασκ και παρέχει δορυφορικό ευρυζωνικό ίντερνετ και περιορισμένες κινητές υπηρεσίες — αποτελεί αξιόπιστο συνεργάτη, ιδίως μετά τις απειλές της Ουάσιγκτον ότι θα διακόψει τις υπηρεσίες της στην Ουκρανία.
Ο Καρ, μακροχρόνιος σύμμαχος του Μασκ, τον οποίο ο Τραμπ διόρισε επικεφαλής της Επιτροπής μετά την επανεκλογή του στην προεδρία, δήλωσε ότι είναι «λυπηρό» το γεγονός ότι η πολιτική φαίνεται να επηρεάζει αποφάσεις με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. «Αν ανησυχείτε για τη Starlink, απλώς περιμένετε να δείτε την εκδοχή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, τότε θα έχετε πραγματικούς λόγους ανησυχίας», ανέφερε χαρακτηριστικά. Οι βρετανικές τηλεπικοινωνιακές εταιρείες BT και Virgin Media O2 περιλαμβάνονται στις επιχειρήσεις που δοκιμάζουν την τεχνολογία της Starlink για παροχή υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας ή ευρυζωνικής σύνδεσης, αν και καμία δεν έχει υπογράψει πλήρη συμφωνία με τον πάροχο.
Ο Καρ έχει στο παρελθόν υποστηρίξει τις επιχειρήσεις του Μασκ στις ΗΠΑ, υποστηρίζοντας ότι έχουν αποτελέσει στόχο «ρυθμιστικής παρενόχλησης» από τότε που ο δισεκατομμυριούχος εξαγόρασε το Twitter το 2022. Έχει επίσης επανειλημμένα ισχυριστεί ότι η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν άσκησε διακριτική μεταχείριση εις βάρος της Starlink, αποκλείοντάς την από επιδοτήσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για την παροχή ευρυζωνικού ίντερνετ σε αγροτικές περιοχές. Ο Καρ δήλωσε στους FT ότι θεωρεί πως η Ευρώπη βρίσκεται «παγιδευμένη» ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο και προειδοποίησε για ένα «μεγάλο ρήγμα» που ανοίγει μεταξύ «χωρών ευθυγραμμισμένων με το ΚΚΚ και των υπολοίπων» σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η δορυφορική τεχνολογία.
Ο πρόεδρος της FCC, ο οποίος συνέγραψε κεφάλαιο στην πρωτοβουλία Project 2025 — το σχέδιο για μια ενδεχόμενη προεδρία των Ρεπουμπλικανών που δημοσιεύτηκε από το δεξιό Heritage Foundation — δήλωσε ότι οι ευρωπαϊκοί ρυθμιστικοί φορείς παρουσιάζουν «μεροληψία» απέναντι στις τεχνολογικές εταιρείες των ΗΠΑ. Κατηγόρησε επίσης την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για «προστατευτισμό» και για «αντιαμερικανική» στάση. Αν η Ευρώπη αποκτήσει το δικό της δορυφορικό σύστημα, τότε καλώς, όσο περισσότεροι τόσο το καλύτερο. Αλλά συνολικά, πιστεύω ότι η Ευρώπη είναι κάπως παγιδευμένη ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα. Και έχει φτάσει η ώρα να επιλέξει, ανέφερε.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απάντησε ότι «πάντοτε εφάρμοζε και θα συνεχίσει να εφαρμόζει τη νομοθεσία δίκαια και χωρίς διακρίσεις για όλες τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ, σε πλήρη συμμόρφωση με τους διεθνείς κανόνες». Οι μετοχές ευρωπαϊκών παρόχων δορυφορικών υπηρεσιών όπως οι Eutelsat και SES εκτοξεύτηκαν τις τελευταίες εβδομάδες, ως αντίδραση στη δήλωση της Κομισιόν ότι οι Βρυξέλλες «θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν την πρόσβαση της Ουκρανίας σε στρατιωτικές υπηρεσίες που μπορούν να παρέχονται από εμπορικούς παρόχους με έδρα την ΕΕ». Ωστόσο, ειδικοί του κλάδου προειδοποίησαν ότι παρά την αισιοδοξία, κανένα ευρωπαϊκό δίκτυο δεν μπορεί ακόμη να ανταγωνιστεί την προσφορά της Starlink.
Ο Καρ δήλωσε ότι οι ευρωπαϊκές τηλεπικοινωνιακές εταιρείες Nokia και Ericsson θα πρέπει να μεταφέρουν περισσότερη από την παραγωγή τους στις ΗΠΑ, καθώς αμφότερες κινδυνεύουν να πληγούν από τους δασμούς που έχει εξαγγείλει ο Τραμπ. Οι δύο εταιρείες είναι οι μεγαλύτεροι προμηθευτές εξοπλισμού για υποδομές δικτύων κινητής στις ΗΠΑ. Ο Καρ σημείωσε ότι υπήρξε ιστορικά ένα «λάθος» στη βιομηχανική πολιτική των ΗΠΑ, το οποίο είχε ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει καμία σημαντική αμερικανική εταιρεία που να ανταγωνίζεται στην αγορά κατασκευαστών τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού. «Δεν μου αρέσει η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή», είπε.
Ο Καρ πρόσθεσε ότι θα εξετάσει το ενδεχόμενο να παραχωρήσει ταχύτερες ρυθμιστικές εγκρίσεις για νέες τεχνολογίες στις εταιρείες, εάν μεταφέρουν την παραγωγή τους στις ΗΠΑ. Τον περασμένο μήνα, ο διευθύνων σύμβουλος της Ericsson, Μπέργιε Έκχολμ, δήλωσε στους FT ότι η εταιρεία θα εξετάσει το ενδεχόμενο επέκτασης της παραγωγής της στις ΗΠΑ, ανάλογα με το πώς θα την επηρεάσουν οι ενδεχόμενοι δασμοί. Ο κατασκευαστής τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού από τη Σουηδία εγκαινίασε για πρώτη φορά εργοστάσιο στις ΗΠΑ, στο Lewisville του Τέξας, το 2020. «Ήδη αυξάνουμε την παραγωγή μας στις ΗΠΑ. Χρειάζονται μεγαλύτερες αλλαγές; Θα το δούμε», πρόσθεσε ο Έκχολμ.
Η Nokia από την πλευρά της ανέφερε ότι οι ΗΠΑ αποτελούν το «δεύτερο σπίτι» της εταιρείας. Περίπου το 90% όλων των telcos στις ΗΠΑ χρησιμοποιεί εξοπλισμό της Nokia σε κάποιο στάδιο. Διαθέτουμε πέντε εγκαταστάσεις παραγωγής και πέντε κέντρα έρευνας και ανάπτυξης στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των Nokia Bell Labs, ανέφερε η εταιρεία.
VIA: InfoCom.gr