Στην πρώτη συνέντευξη Τύπου από τότε που ανέλαβε υπουργός Υγείας, ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ συγκρούστηκε για μια ακόμα φορά με την επιστήμη, υποστηρίζοντας ότι θα ανακαλύψει τις «περιβαλλοντικές τοξίνες» που ευθύνονται για τον αυτισμό.
Ο Κένεντι έκανε και πάλι λόγο για «επιδημία» της αναπτυξιακής διαταραχές, επιμένοντας να χρησιμοποοεί έναν όρο που αφορά αποκλειστικά λοιμώδεις ασθένειες.
«Πρόκειται για ασθένεια που μπορεί να προληφθεί», υποστήριξε, παρά την απουσία επιστημονικών στοιχείων.
«Γνωρίζουμε ότι προκαλείται από έκθεση σε περιβαλλοντικούς παράγοντες. Έτσι πρέπει να είναι. Τα γονίδια δεν προκαλούν επιδημίες» είπε σε ένα ακροατήριο δημοσιογράφων και υποστηρικτών του κινήματός του, «Ας κάνουμε την Αμερική υγιή ξανά».
Την περασμένη εβδομάδα, ο Κένεντι έταξε ότι μέχρι τον Σεπτέμβριο θα έχει ανακαλύψει τα αίτια του αυτισμού, ένα μυστήριο που απασχολεί την επιστήμη εδώ και δεκαετίες. Η διαταραχή πιστεύεται ότι οφείλεται σε έναν συνδυασμό αδιευκρίνιστων και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Στη συνέντευξη Τύπου, ο υπουργός επικαλέστηκε δεδομένα των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) που δείχνουν ότι οι διαγνώσεις αυτισμού αυξάνονται και αφορούν πλέον 1 στα 31 παιδιά στις ΗΠΑ/
Ειδικοί αποδίδουν την αύξηση των περιστατικών στη διεύρυνση των διαγνωστικών κριτηρίων, τα οποία περιλαμβάνουν σήμερα περισσότερους τύπους συμπεριφορών. Η ευαισθητοποίηση του κοινού και οι εντατικότεροι έλεγχοι επίσης μπορεί να παίζουν ρόλο.
Ο Κένεντι, πρώην δικηγόρος περιβαλλοντικών υποθέσεων, επαναλαμβάνει εδώ και καιρό τον αστήρικτο ισχυρισμό ότι ο αυτισμός οφείλεται στα παιδικά εμβόλια.
Στη συνέντευξη Τύπου δεν μίλησε για εμβόλια, αναφέρθηκε όμως γενικά στα «φάρμακα» ως παράγοντες που σκοπεύει να εξετάσει το υπουργείο. Η λίστα περιλαμβάνει ακόμα τα τρόφιμα, τη μούχλα ή παράγοντες στον αέρα ή το νερό, είπε.
Το υπουργείο έχει ήδη παραγγείλει μελέτη για τη σύνδεση των εμβολίων με τον αυτισμό. Όπως αποκάλυψαν πριν από δύο εβδομάδες οι New York Times, η ανάλυση των δεδομένων ανατέθηκε στον Ντέιβιντ Γκάιερ, γνωστό αρνητή των εμβολιασμών.
VIA: in.gr