Οι φόβοι ότι τα smartphones, τα tablets και άλλες par;omoiew συσκευές μπορεί να προκαλέσουν άνοια σε μεγαλύτερη ηλικία αμφισβητούνται από έρευνα που έδειξε χαμηλότερα ποσοστά γνωστικής εξασθένησης σε ηλικιωμένους που χρησιμοποιούν την τεχνολογία.
Μια ανάλυση δημοσιευμένων μελετών, οι οποίες εξέτασαν τη χρήση thw τεχνολογίας και τις πνευματικές δεξιότητες σε περισσότερους από 400.000 ηλικιωμένους, διαπίστωσε ότι άτομα άνω των 50 ετών που χρησιμοποιούσαν συστηματικά ψηφιακές συσκευές εμφάνιζαν χαμηλότερα ποσοστά γνωστικής εξασθένησης σε σύγκριση με εκείνους που τις χρησιμοποιούσαν λιγότερο.
Παραμένει ασαφές αν η τεχνολογία επιβραδύνει την πνευματική φθορά ή αν απλώς τα άτομα με καλύτερες γνωστικές δεξιότητες είναι πιο πιθανό να τη χρησιμοποιούν συχνότερα, ωστόσο οι επιστήμονες σημειώνουν ότι τα ευρήματα αμφισβητούν τον ισχυρισμό πως ο χρόνος μπροστά από οθόνες οδηγεί σε αυτό που έχει χαρακτηριστεί ως «ψηφιακή άνοια».
«Για την πρώτη γενιά που ήρθε σε επαφή με τα ψηφιακά εργαλεία, η χρήση τους σχετίζεται με καλύτερη γνωστική λειτουργία», δήλωσε ο Δρ Τζάρεντ Μπεντζ, κλινικός νευροψυχολόγος στο Comprehensive Memory Center της UT Health Austin. «Αυτό είναι ένα πιο ελπιδοφόρο μήνυμα απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς, δεδομένων των ανησυχιών για την εξασθένιση του εγκεφάλου, τη διαρροή νοητικής ενέργειας και τη “ψηφιακή άνοια”».
Ο Μπεντζ και ο συνεργάτης του, Δρ Μάικλ Σκάλλιν, γνωστικός νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Baylor του Τέξας, ανέλυσαν 57 δημοσιευμένες μελέτες που εξέτασαν τη χρήση ψηφιακής τεχνολογίας σε 411.430 ενήλικες από όλο τον κόσμο. Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν τα 69 έτη και όλοι είχαν υποβληθεί είτε σε γνωστικό τεστ είτε είχαν κάποια διάγνωση.
Οι επιστήμονες δεν εντόπισαν καμία απόδειξη υπέρ της θεωρίας περί «ψηφιακής άνοιας», η οποία υποστηρίζει ότι η δια βίου χρήση ψηφιακής τεχνολογίας οδηγεί σε πνευματική εξασθένηση. Αντιθέτως, διαπίστωσαν ότι η χρήση υπολογιστών, smartphones, διαδικτύου ή ενός συνδυασμού αυτών, σχετιζόταν με χαμηλότερο κίνδυνο γνωστικής δυσλειτουργίας. Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Nature Human Behaviour.
Απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να εξηγηθούν τα αποτελέσματα, ωστόσο οι ερευνητές υποπτεύονται ότι τα ευρήματα βασίζονται σε μία αμφίδρομη σχέση. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, τα άτομα με καλύτερες γνωστικές ικανότητες είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιούν ψηφιακές συσκευές, αλλά υπάρχουν και γνωστικά οφέλη από την υιοθέτηση της τεχνολογίας.
«Πιστεύουμε ότι τρεις παράγοντες ίσως είναι καθοριστικοί: πολυπλοκότητα, σύνδεση και αντισταθμιστικές συμπεριφορές», ανέφερε ο Μπεντζ στον Guardian. Τα ψηφιακά εργαλεία μπορεί να βοηθούν τους ανθρώπους να συμμετέχουν σε σύνθετες δραστηριότητες και να ενισχύουν τις κοινωνικές τους συνδέσεις, δύο στοιχεία που φαίνεται να ωφελούν τον γηράσκοντα εγκέφαλο. Η τεχνολογία επιτρέπει επίσης στους ανθρώπους να αντισταθμίζουν τη γνωστική εξασθένηση και να λειτουργούν πιο αποτελεσματικά, για παράδειγμα χρησιμοποιώντας GPS για να προσανατολιστούν ή βάζοντας υπενθυμίσεις για την πληρωμή λογαριασμών ή τη λήψη φαρμάκων.
Στο επιστημονικό άρθρο, οι συγγραφείς σημείωσαν ότι τα θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα από τη χρήση smartphones και άλλων συσκευών στον γηράσκοντα εγκέφαλο εξαρτώνται από τον τρόπο χρήσης τους. «Η χρήση ψηφιακών συσκευών όπως των τηλεοράσεων – με παθητικό και καθιστικό τρόπο, τόσο σωματικά όσο και πνευματικά – δεν είναι πιθανό να είναι ευεργετική», είπε ο Σκάλλιν. «Αντιθέτως, οι υπολογιστές και τα smartphones μπορούν να είναι πνευματικά διεγερτικά, να ενισχύουν τις κοινωνικές επαφές και να προσφέρουν αντιστάθμιση για γνωστικές δεξιότητες που εξασθενούν με την ηλικία. Αυτοί οι τρόποι χρήσης θεωρούνται εδώ και καιρό ωφέλιμοι για τη γνωστική γήρανση».
Ο καθηγητής Πίτερ Έτσελς, διευθυντής του Κέντρου Έρευνας για την Επιστήμη και την Κοινωνία στο Πανεπιστήμιο Bath Spa στο Ηνωμένο Βασίλειο, δήλωσε: «Πρόκειται για μια πολύ καλή μελέτη, που δείχνει ότι το πεδίο της έρευνας αρχίζει να ωριμάζει. Ξεφεύγουμε από την τυφλή αποδοχή ότι ο χρόνος οθόνης είναι κάτι άξιο συζήτησης. Ξεκινά να τίθεται το ερώτημα: ποια πρέπει να είναι τα επόμενα ερωτήματα;»
Ο Σαμ Γκίλμπερτ, καθηγητής γνωστικής νευροεπιστήμης στο University College London, ανέφερε ότι η μελέτη δείχνει «μια σαφή σύνδεση» ανάμεσα στη χρήση ψηφιακής τεχνολογίας και στη διατήρηση της γνωστικής ικανότητας σε προχωρημένη ηλικία.
«Η εξήγηση αυτής της σύνδεσης δεν είναι ακόμη πλήρως ξεκάθαρη: δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν η χρήση τεχνολογίας διατηρεί τη γνωστική ικανότητα, αν η διατήρηση αυτής της ικανότητας οδηγεί σε πιο συχνή χρήση τεχνολογίας ή – το πιο πιθανό – αν συμβαίνει ένας συνδυασμός των δύο. Παρ’ όλα αυτά, αυτή η μελέτη αμφισβητεί τις κινδυνολογικές αντιλήψεις γύρω από την υποτιθέμενη “ψηφιακή άνοια” και αντίθετα υποδεικνύει ότι η χρήση ψηφιακής τεχνολογίας μπορεί να ωφελήσει την υγεία του εγκεφάλου».
Ο Δρ Βίνσεντ Ο’Σάλιβαν, οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο του Λίμερικ στην Ιρλανδία, υποδέχτηκε επίσης θετικά τη μελέτη. «Η κοινή αντίληψη, τουλάχιστον μεταξύ των σχολιαστών στα μέσα ενημέρωσης, είναι ότι η τεχνολογία μάς κάνει πιο χαζούς ή ξεχασιάρηδες. Αυτοί οι ερευνητές, μέσα από σχολαστική ανάλυση μιας τεράστιας ακαδημαϊκής βιβλιογραφίας, δείχνουν ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ καλής γνωστικής υγείας και χρήσης ψηφιακής τεχνολογίας. Μόλις κατανοήσουμε τον μηχανισμό, ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να σχεδιάσουμε παρεμβάσεις για όσους διατρέχουν κίνδυνο γνωστικής εξασθένησης».