Είναι δύσκολο να αγνοήσεις την ειρωνεία, τονίζει η Nandita Lal, ανεξάρτητη ερευνήτρια για την κλιματική αλλαγή και τους αυτόχθονες πληθυσμούς.
Οι ελίτ στην καρδιά του δυτικού καπιταλισμού, ενός συστήματος που φέρει την πιο ιστορική ευθύνη για την κλιματική αλλαγή, κρούουν τώρα τον κώδωνα του κινδύνου επισημαίνοντας ότι απειλεί τον ίδιο τον καπιταλισμό και την ασφάλεια της Δύσης, προσθέτει η υποψήφια βουλευτήρια στις εκλογές του 2024 στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Σύμφωνα με τον Gunter Thallinger, στέλεχος του διοικητικού συμβουλίου του ασφαλιστικού γίγαντα Allianz, η αυξανόμενη αδυναμία πρόσβασης στην ασφάλιση λόγω κλιματικών κινδύνων θα έχει ως αποτέλεσμα μια «πιστωτική κρίση που προκαλείται από το κλίμα», καθιστώντας ευάλωτη τη στέγαση, τις υποδομές και τις βιομηχανίες.
Μια πολεμική μηχανή που δεν σταματάει ακόμη και μετά από το τέλος της μάχης
Καθώς μεγάλα τμήματα της οικονομίας βλέπουν την αξία τους να υποβαθμίζεται από τις κλιματικές επιπτώσεις πέραν της κλίμακας διαχείρισης των ασφαλιστών ή των κυβερνήσεων, «ο χρηματοπιστωτικός τομέας όπως τον ξέρουμε παύει να λειτουργεί. Και μαζί του, ο καπιταλισμός όπως τον ξέρουμε παύει να είναι βιώσιμος».
Εν τω μεταξύ, οι στρατιωτικοί ηγέτες κρούουν και αυτοί τον κώδωνα του κινδύνου για την κλιματική αλλαγή – ακόμη και όταν το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ υπό τον Τραμπ στρέφει εκ νέου το ενδιαφέρον του στη δημιουργία μιας παγκόσμιας «πυριτιδαποθήκης».
Ο ελληνικής καταγωγής Τζέιμς Σταυρίδης, απόστρατος ναύαρχος του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ και πρώην ανώτατος διοικητής του ΝΑΤΟ, εκθέτει τη βάναυση πραγματικότητα των επιπτώσεων που σχετίζονται με το κλίμα και την ασφάλεια των ΗΠΑ.
Ο Σταυρίδης προειδοποιεί ότι η κλιματική αλλαγή θα αποσταθεροποιήσει ευάλωτες περιοχές, θα προκαλέσει συγκρούσεις στην Αρκτική και θα πλημμυρίσει κύριες στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ. Ειδικότερα, προειδοποιεί για τον κίνδυνο πλημμύρας στον αμερικανικό Ναύσταθμο του Νόρφοκ – τη μεγαλύτερη ναυτική βάση στον πλανήτη.
«Ακόμη και αν νέα αναχώματα, «παλιρροϊκές πύλες» και φράγματα, αντλιοστάσια και σωληνώσεις μπορούν αν μετριάσουν την άνοδο των ωκεανών, το κόστος της προστασίας των βάσεων μπορεί να γίνει απαγορευτικό. Άλλα βασικά λιμάνια της Ανατολικής Ακτής, όπως το Μαϊάμι και το Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας, επίσης κινδυνεύουν», λέει.
Όσον αφορά στις πυρκαγιές και τους τυφώνες, ο Σταυρίδης υπογραμμίζει ότι η Εθνοφρουρά είναι αναγκασμένη να περιορίζεται στην «ανακούφιση» από τις καταστροφές αντί για την καταπολέμησή τους.
«Κάθε φορά που οι μονάδες της Πολιτείας και της Εθνοφρουράς καλούνται να ανταποκριθούν σε πυρκαγιές στις δυτικές ΗΠΑ ή σε τυφώνες στα νοτιοανατολικά, οι αναπτυξιακοί πόροι που διατίθενται επαρκούν μόνο για τη μεταφορά τους, ενώ η εκπαίδευσή τους επί τους πεδίου διακόπτεται», λέει.
Όμως, ενώ ορισμένες οικονομικές και στρατιωτικές ελίτ μπορούν να δουν το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής, αγωνίζονται να αρθρώσουν απαντήσεις μέσα από το σύστημα που έχουν δημιουργήσει και στο οποίο περνούν τη ζωή τους.
Η κλιματική αλλαγή και οι αυταπάτες του καπιταλισμού
Ο Thallinger υποστηρίζει ότι «ο καπιταλισμός πρέπει τώρα να λύσει αυτήν την υπαρξιακή απειλή» – την απειλή που δημιούργησε ο ίδιος, ζητώντας μια επιταχυνόμενη μετάβαση στην πράσινη τεχνολογία, δίνοντας έμφαση σε τεχνολογίες όπως η ηλιακή, η αιολική και η αποθήκευση μπαταριών. Δεν καταλαβαίνει -ή φαίνεται να αγνοεί επί τούτω- ότι η επιτακτική ανάγκη ανάπτυξης του καπιταλισμού είναι θεμελιωδώς σε αντίθεση με την πεπερασμένη φύση του πλανήτη, παρά το γεγονός ότι φωνάζει πως «το σύστημα καταρρέει και κανείς δεν είναι έτοιμος γι’ αυτό».
Ο ίδιος ο όμιλος Allianz έχει δεσμευτεί να μην ασφαλίζει πλέον νέα έργα πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά ο επενδυτικός του βραχίονας εξακολουθεί να κατέχει περιουσιακά στοιχεία ορυκτών καυσίμων αξίας 26 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με έκθεση της Urgewald.
Ο Σταυρίδης παραθέτει και προβλήματα που γεννά ο ίδιος ο αμερικανικός στρατός, που υπολογίζεται ότι αποτελεί τον μεγαλύτερο εκπομπό αερίων του θερμοκηπίου από οποιονδήποτε άλλο οργανισμό πάνω στη Γη.
Οι πραγματικές απειλές ασφαλείας για τη Δύση; Δεν βρίσκονται σε κάποια μακρινή έρημο – βρίσκονται στους ωκεανούς που αναδύονται, στα φλεγόμενα δάση και στην οικονομική κατάρρευση που έρχεται πιο γρήγορα και από έναν υπερηχητικό πύραυλο. Δεν υπάρχει φρούριο αρκετά ισχυρό, ούτε βόμβα αρκετά μεγάλη για να συγκρατήσει τις θάλασσες ή να δροσίσει τα καμένα χωράφια.
Τα «κακά μαντάτα» -όπως η κλιματική αλλαγή και η φτώχεια- είναι συστημικά, πολύπλοκα και αντιστέκονται στις εύκολες λύσεις. Ούτε η πράσινη τεχνολογία ούτε η στρατιωτική δύναμη μπορούν να τα λύσουν. Όταν οι ίδιοι οι δικαιούχοι του συστήματος -στρατηγοί, τραπεζίτες, ασφαλιστές- αρχίζουν να περιγράφουν την κατάρρευσή του (με ασφαλιστές να εγκαταλείπουν ήδη τις ευάλωτες στο κλίμα περιοχές με θερμοκρασία μόλις 1,2°C), τότε δεν μιλάμε για προειδοποίηση – μιλάμε για νεκρολογία.
Μερικοί καπιταλιστές διπλασιάζουν τη χρήση στρατιωτικής ισχύος, αντί να αντιμετωπίζουν αυτά τα κακά μαντάτα.
Τα δύο κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης της Νορβηγίας προτρέπουν την κυβέρνηση να άρει την απαγόρευση που εμποδίζει το κρατικό επενδυτικό ταμείο ύψους 1,6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων να επενδύει σε μεγάλες αμυντικές εταιρείες όπως η Boeing και η Lockheed Martin.
Η HSBC, η Barclays και η Standard Chartered καταρρίπτουν τις δεσμεύσεις για το κλίμα – γυρνώντας δεκαετίες πίσω τους καθαρούς μηδενικούς στόχους, καταστρέφοντας ομάδες βιωσιμότητας και θάβοντας αναφορές – αποκαλύπτοντας πώς ο «καπιταλισμός των ενδιαφερομένων» καταρρέει όταν το ορυκτό κεφάλαιο των ΗΠΑ και η αυτοκρατορική χρηματοδότηση επιβάλλουν εκ νέου τον έλεγχο.
Η δεύτερη θητεία του Τραμπ βοηθά τους CEO και τους δισεκατομμυριούχους να πάρουν περισσότερη εξουσία. Το Delaware αλλάζει τους νόμους του για να προστατεύσει αφεντικά όπως ο Έλον Μασκ. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δυσκολεύει τους επενδυτές να θεωρούν υπεύθυνες τις εταιρείες. Αυτό αποδυναμώνει τα δικαιώματα των μετόχων και ενισχύει τον εταιρικό έλεγχο. Οι πλούσιοι γράφουν νέους κανόνες για να προστατευτούν – ακόμη και από τους δικούς τους επενδυτές.
Οι γκρεμισμένοι δρόμοι στη Γάζα, τα πεινασμένα παιδιά, τα κατεστραμμένα συστήματα αποχέτευσης – δεν είναι ακραία. Είναι προεπισκοπήσεις. Η «σιδηρά πυγμή» που υπόσχεται το ΝΑΤΟ δεν έχει νόημα ως μορφή πραγματικής ασφάλειας όταν καταρρέουν τα συστήματα επιβίωσης. Η Γάζα δεν έχει ούτε καθαρό νερό ούτε φαγητό ούτε ρεύμα.
Μεγάλες φουρτούνες
Ο σύγχρονος πόλεμος έχει μια διπλά καταστροφική σχέση με το έδαφος και τη ζωή που διατηρεί: τοξικά υλικά απειλούν τη ζωή μετά από τον πόλεμο ως παράγωγα βομβαρδισμών και πριν από τον πόλεμο ως ορυκτά αγαθά στους πρώτους κρίκους των αλυσίδων εφοδιασμού όπλων. Αυτά τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα επιπτώσεων στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία μπορούν να παρατηρηθούν σε περιοχές του Ιράκ, της Γάζας και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό.
Τα ορυκτά που τροφοδοτούν τις μηχανές του μιλιταρισμού -κολτάν, κοβάλτιο, ουράνιο- εξάγονται από το έδαφος και κάθε κομμάτι αποτελεί σιωπηλό μάρτυρα της βίας που ακολουθεί. Αλλά αυτά τα ορυκτά δεν είναι απλώς εμπορεύματα – είναι οι σπόροι της καταστροφής, που γονιμοποιούν μια πολεμική μηχανή που δεν σταματάει ακόμη και μετά από το τέλος της μάχης.
Η στρατιωτική ασφάλεια είναι μια θανάσιμη απόσπαση της προσοχής
Οι συνέπειες αυτών των πολέμων, όπως σημειώνεται στην εν λόγω έκθεση, «δεν σβήνουν με την παύση της βίας· εισχωρούν στη γη, μολύνοντας τα οικοσυστήματα, καθιστώντας τα ακατάλληλα για τη ζωή».
Αυτή η περιβαλλοντική καταστροφή που προκαλείται από στρατιωτικές τεχνολογίες θα πρέπει να θεωρείται αναπόσπαστο μέρος του πολέμου και όχι δευτερεύουσα ή παράπλευρη επίδραση.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι λύσεις στις κρίσεις του καπιταλισμού οι οποίες προσφέρονται από ευρισκόμενους μέσα στο σύστημα, όπως ο Thallinger ή ο Σταυρίδης, βασίζονται απλώς σε περαιτέρω εξορύξεις από τον Παγκόσμιο Νότο, είτε για τον στρατό είτε για την «πράσινη ανάπτυξη».
Η στρατιωτική ασφάλεια είναι μια θανάσιμη απόσπαση της προσοχής – 2,2 τρισεκατομμύρια δολάρια παγκόσμιας βιομηχανίας (SIPRI 2023) που επιδεινώνει τις κρίσεις και ταυτόχρονα ισχυρίζεται ότι τις αποτρέπει. Αυτό δεν είναι προστασία – είναι εμπρησμός του πλανήτη.
Δεν χρειαζόμαστε περισσότερα όπλα για να πολεμήσουμε τους υποθετικούς εχθρούς
Η Lal επισημαίνει πως η πραγματικότητα είναι ότι δεν χρειαζόμαστε περισσότερα όπλα για να πολεμήσουμε τους υποθετικούς εχθρούς – πρέπει να αλλάξουμε τα συστήματα που προκαλούν αυτά τα κακά μαντάτα: τον νεοφιλελεύθερο και ρατσιστικό καπιταλισμό, τον εξορυκτισμό, τον μιλιταρισμό, τη συνεχιζόμενη αποικιοκρατία και την παγκόσμια χρηματιστικοποίηση.
Καταλήγοντας, τονίζει ότι ο αγώνας για μια Ελεύθερη Παλαιστίνη είναι ένας αγώνας ενάντια στα ίδια συστήματα που οδηγούν στην κατάρρευση του κλίματος: ο εξορυκτισμός, ο μιλιταρισμός και ο καπιταλισμός. «Ο αγώνας της Παλαιστίνης αντικατοπτρίζει κάθε κοινότητα που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της κρίσης και αγωνίζεται να επιβιώσει από τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες του καπιταλισμού. Από την Υεμένη μέχρι το Δέλτα του Νίγηρα και την Κεντρική Ινδία, το μάθημα είναι το ίδιο: οι αλυσίδες μας συνδέονται».
VIA: in.gr